Η οστεοαρθρίτιδα είναι η πιο συχνή μορφή αρθρίτιδας με τη ρευματοειδή να είναι δεύτερη σε συχνότητα, η οποία όμως προκαλεί περισσότερα προβλήματα κινητικότητας στον ασθενή σε σχέση με την οστεοαρθρίτιδα. Ποιες όμως είναι οι βασικές διαφορές τους?
Η οστεοαρθρίτιδα είναι εκφυλιστική νόσος των αρθρώσεων, όπου παρατηρείται καταστροφή του αρθρικού χόνδρου. Ο αρθρικός χόνδρος βρίσκεται μεταξύ των οστών που αποτελούν μια άρθρωση, ώστε αυτή να κινείται χωρίς τριβές, όταν λοιπόν αυτός καταστρέφεται έρχονται σε επαφή τα οστά με αποτέλεσμα έντονο πόνο και δυσκολία στην κίνηση της άρθρωσης. Συνήθως αρχίζει με εντόπιση σε μια άρθρωση και προσβάλλει άτομα άνω των 60 ετών.
Σύμφωνα με μελέτη των Ηνωμένων Εθνών το 2050 οι άνθρωποι άνω των 60 ετών θα είναι το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού, από αυτό το 20%, το 15% θα εμφανίσει συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα, δηλαδή περίπου 130 εκατομμύρια άνθρωποι.
Από τη άλλη μεριά, η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι χρόνια, φλεγμονώδης νόσος η οποία χαρακτηρίζεται ως αυτοάνοσος. Προσβάλει τον αρθρικό υμένα των αρθρώσεων, ενώ μπορεί να προσβάλει και άλλα σημεία του σώματος για το λόγο αυτό είναι σημαντική η έγκαιρη διάγνωση.
Η εντόπιση αφορά συνήθως παραπάνω από μια αρθρώσεις. Οι ηλικίες που προσβάλλει είναι κυρίως μεταξύ 20 και 50 ετών, αν και όλες οι ηλικίες μπορεί να προσβληθούν απο τη νόσο.
Η προσβολή του παγκόσμιου πληθυσμού απο τη νόσο είναι περίπου 1%.
Συμπτώματα:
Στην οστεοαρθρίτιδα εμφανίζεται πόνος στην προσβεβλημένη άρθρωση, πρωινή δυσκαμψία η οποία διαρκεί περίπου μισή ώρα, εμφάνιση οστεοφύτων στην άρθρωση και μειωμένο εύρος κίνησης.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα εμφανίζει πόνο, οίδημα, ερυθρότητα της προσβεβλημένης άρθρωσης, περιορισμό εύρους κίνησης, προσβολή των μικρών αρθρώσεων των χεριών και των ποδιών, πρωινή δυσκαμψία που διαρκεί πάνω από μια ώρα, προσβολή και άλλων οργάνων όπως καρδιά και νεφρά.
Διάγνωση:
Κατά τον ακτινολογικό έλεγχο παρατηρείται φθορά της άρθρωσης που δύσκολα μπορεί να αποδοθεί με σιγουριά στη μια ή στην άλλη περίπτωση.
Η παρακέντηση της άρθρωσης και η ανάλυση του αρθρικού υγρού μπορούν να διαφοροδιαγνώσουν την οστεοαρθρίτιδα από την ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Ο αιματολογικός έλεγχος είναι βασικός στη διάγνωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας όπου εξετάζουμε , τον ρευματοειδή παράγοντα (RF), την ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ), τη C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) και το αντι-CCP.
Θεραπεία:
Η θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας περιλαμβάνει αντιφλεγμονώδη, παυσίπονα, εγχύσεις κορτιζόνης, αποφόρτιση πάσχοντος σκέλους, παγοθεραπεία και φυσικοθεραπεία.
Η θεραπεία της ρευματοειδούς περιλαμβάνει 5 κατηγορίες φαρμάκων- τα αντιφλεγμονώδη, τα παυσίπονα, τα κορτικοστεροειδή, τα τροποποιητικά της νόσου αντιρευματικά φάρμακα (DMARDs), όπως η μεθοτρεξάτη και τα βιολογικά, όπως η ινφλιξιμάμπη (Remicade).
Και στις δύο περιπτώσεις όταν η καταστροφή των αρθρώσεων έχει προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό με την εμφάνιση κινητικών προβλημάτων, καταφεύγουμε στη λύση του χειρουργείου με πιο συνηθισμένη την ολική αρθροπλαστική.